ὑποτροπήν

ὑποτροπήν
ὑποτροπή
a turning back
fem acc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • SOMNIA — e Tellure nasci credita olim, χθὼν μῆτερ ὀνείρων, ô Tellus, mater Somniorum! Eurip. cuius rationem hanc reddit Scholiastes, εν μὲν τῆς γῆς αἱ τροφαι, εν δὲ τȏυ τροφῶν οἱ ὕπνοι, εν δὲ τȏυ ὕπνων οἱ ὄνειροι, E terra cibi, e cibis somni, e somnis… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • εξάρθρημα — Μόνιμη απώλεια της φυσιολογικής επαφής των αρθρικών επιφανειών μιας άρθρωσης· αν η επαφή αυτή διατηρείται μερικώς, τότε πρόκειται για ατελές ε. Τα ε. μπορεί να είναι συγγενή και παθολογικά· τα τελευταία οφείλονται σε τοπικές παθολογικές… …   Dictionary of Greek

  • ουρικός — ή, ό 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα ούρα («ουρικό απόστημα») 2. φρ. α) «ουρικό οξύ» (βιοχ.) οργανική ένωση που αποτελεί το τελικό προϊόν τού καταβολισμού τών πρωτεϊνών στα περισσότερα ερπετά και στα πτηνά και αποβάλλεται με πυκνά ούρα, ενώ… …   Dictionary of Greek

  • υποτροπή — (Νομ.). Η διάπραξη νέου αξιόποινου αδικήματος έπειτα από προηγούμενη ποινική καταδίκη. Κατά τον ελληνικό Π.Κ. υ. υπάρχει όταν διαπράττεται αξιόποινο αδίκημα που συνεπάγεται ποινή στερητική της ελευθερίας μέσα σε 5 χρόνια από την πλήρη ή μερική… …   Dictionary of Greek

  • υποτροπιάζω — ὑποτροπιάζω ΝΑ [ὑποτροπή] (για νόσο) επανέρχομαι, εμφανίζομαι καθ υποτροπήν, επανεμφανίζομαι (α. «πρέπει να ακολουθεί αυστηρά τη φαρμακευτική αγωγή, γιατί το έλκος του μπορεί να υποτροπιάσει» β. «ὑποτροπιάζειν ὅταν πεπαυμένης τῆς νόσου πάλιν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”